- πραγματογνωστικός
- -ή, -ό, Ν1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στην πραγματογνωσία2. φρ. «πραγματογνωστικά μαθήματα» — το μάθημα τής φυσικής και τής γεωγραφίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < πραγματογνωσία. Η λ. μαρτυρείται από το 1888 στον Ιω. Πανταζίδη].
Dictionary of Greek. 2013.